Ο Θεόδωρος γεννήθηκε το 1774 στο Νεοχώριο της Κωνσταντινούπολης εξ ου και το επώνυμο «Βυζάντιος».
Ο Θεόδωρος από πολύ νέος μαθήτευσε ζωγράφος στο πλευρό ενός χριστιανού ζωγράφου που εργαζόταν στα ανάκτορα του Σουλτάνου. Εκεί επηρεάστηκε κι έγινε μουσουλμάνος. Τρία χρόνια αργότερα, όταν μια επιδημία πανώλης θέριζε τον πληθυσμό της Πόλης, μεταμελήθηκε και επιχείρησε να φύγει κρυφά από τα ανάκτορα πηδώντας τον ψηλό τοίχο. Αλλά έγινε αντιληπτός και έκτοτε τελούσε υπό την προσοχή των φρουρών.
Όμως, αυτός είχε πάρει την απόφασή του. Με τη βοήθεια ενός φίλου του, που ήταν γουναράς στο επάγγελμα, προμηθεύτηκε ναυτικά ρούχα και προσποιούμενος ότι μεταφέρει σταμνιά βγήκε από την πύλη χωρίς να γίνει αντιληπτός. Πήγε στην παραλία και με πλοιάριο μετέβη στο σπίτι κάποιας θείας του. Εκεί μετά από λίγες ημέρες εξομολογήθηκε σε κάποιον ιερέα και έλαβε ξανά το χρίσμα με το άγιο μύρο.
Κατόπιν μεταμφιεσμένος και κρυφά από τους Τούρκους που τον αναζητούσαν, δραπέτευσε στη Χίο, όπου βρήκε καταφύγιο σε ένα μοναστήρι κοντά στο Βροντάδο. Εκεί γνωρίστηκε με τον πρώην επίσκοπο Κορίνθου Μακάριο και το μοναχό Νεόφυτο, τους αποκαλούμενους «κολλυβάδες».
Έχοντας τύψεις για την αρνησιθρησκία του αποφάσισε να μεταβεί στη Μυτιλήνη και να ομολογήσει στις τουρκικές αρχές ότι ξανάγινε Χριστιανός. Αφού κοινώνησε, ντύθηκε με τούρκικα ρούχα και έχοντας επίγνωση τι τον περιμένει, αποχαιρέτησε με δάκρυα το Νεόφυτο που τον είχε συνοδεύσει ως τη Μυτιλήνη. Παρουσιάστηκε στον κριτή της πόλης και αποκήρυξε τον μουσουλμανισμό πετώντας από πάνω του τα ρούχα και το οθωμανικό σαρίκι. Αμέσως συνελήφθη από τους Τούρκους.
Βασανίστηκε φρικτά, του προσφέρθηκαν δώρα για να αλλάξει γνώμη αλλά εκείνος έμεινε πιστός στην απόφασή του. Τελικά απαγχονίστηκε στις 17 Φεβρουαρίου του 1795.
Ο νεομάρτυρας Θεόδωρος ο Βυζάντιος είναι πολιούχος της Μυτιλήνης και στην πόλη αυτή φυλάσσεται το λείψανό του. Η μνήμη του εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 17 Φεβρουαρίου και η ανακομιδή των λειψάνων του την Κυριακή του Παραλύτου.
Πηγή : wikipedia